dálmata - ορισμός. Τι είναι το dálmata
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:     

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι dálmata - ορισμός

PÁGINA DE DESAMBIGUAÇÃO DE UM PROJETO DA WIKIMEDIA
Dalmata

dálmata         
adj m+f (lat dalmata)
1 Relativo à Dalmácia (na Iugoslávia).
2 Natural dessa região
s m+f O natural da Dalmácia
sm
1 Língua românica, morta, falada outrora nesse país.
2 Cão grande, cuja raça se supõe originária da Dalmácia, de pêlo curto, branco, com malhas pretas ou castanhas do tamanho de moedas. Var: dalmatense, dalmático, dalmatino e dálmato.
Dálmata         
adj.
Relativo à Dalmácia.
m.
Homem natural da Dalmácia.
(Lat. dalmatae)
Língua dálmata         
LÍNGUA ROMÂNICA
Língua dalmática; Idioma dálmata; Língua dalmático
A língua dálmata ou dalmática é um idioma românico extinto, considerado por alguns linguistas como a ponte entre o italiano e o romeno e o representante de um conjunto de línguas românicas que se perderam.

Βικιπαίδεια

Dálmata


Dálmata ou Dálmatas pode referir-se a:

  • Dalmácia
  • Língua dálmata — língua já extinta do grupo românico
  • Dálmata (cão) — raça de cães